«Καλημέρα θλίψη», Φρανσουάζ Σαγκάν

Είναι μια καλή επιλογή για έναν αρχάριο αναγνώστη. Λίγες σελίδες, απλή πλοκή, ελαφριά μηνύματα (ίσως και ανύπαρκτα). Και ένα εξαιρετικό παράδειγμα μυθιστορήματος για όσους θέλουν να διαβάσουν αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Παρόλο που είναι η πρώτη συγγραφική προσπάθεια της Σαγκάν, δεν υπάρχουν επαναλήψεις, γεγονός αξιοθαύμαστο για πρώτο λογοτεχνικό εγχείρημα.

Ωστόσο, δεν είναι το μυθιστόρημα που θα ξαναδιάβαζα. Πρέπει, από την μία, να ληφθεί υπόψιν ότι τα ερεθίσματα σε κάθε εποχή είναι διαφορετικά και παλιότερα ήταν πιο περιορισμένα (Γράφτηκε το 1954). Δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι η 19χρονη Σαγκάν ήταν έτοιμη να εκτεθεί καλλιτεχνικά και να εκθέσει απόψεις για μια ηρωίδα, η οποία έχω την αίσθηση ότι ήταν εν μέρη η απεικόνιση του χαρακτήρα της ίδιας της συγγραφέως. Από την άλλη, παρουσιάζει μια βαθιά συναισθηματική σχέση της ηρωιδας με τον πατέρα της, την οποία όμως δεν δικαιολογεί επαρκώς. Δεν υπάρχει ουσιαστική ειλικρίνεια μεταξύ τους, παρά μια σχέση εξάρτησης, η οποία παρουσιάζεται σαν αγάπη. Ο φόβος της ηρωίδας, με την οποία δεν μπόρεσα να ταυτιστώ, είναι η αιτία του δράματος στο τέλος.

Η περίληψη μιλά για ένα ¨αιματηρό δράμα¨. Πρέπει να παραδεχτώ πως αγάπησα το τέλος, μόνο και μόνο επειδή αναγνωρίζεται το πώς πίσω από ένα σκληρό πρόσωπο μπορεί να κρύβεται ένας άνθρωπος με θάλασσες συναισθήματος. Η πρωταγωνίστρια που μιλά σε πρώτο πρόσωπο δίνει την θέση της στο θύμα του οποίου ο χαρακτήρας φωτίζεται με προβολείς δικαίωσης, ακόμα κι αν το ίδιο το θύμα δεν είναι σε θέση να το μάθει. Το τέλος δικαιολογεί τον τίτλο.

Συνέντευξη από την ποιήτρια Παρασκευή Τζιωρτζούδα

Η Παρασκευή Τζιωρτζούδα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στη Μεγάλη Παναγία Χαλκιδικής. Σπούδασε Βιολογική Χημεία στην Αυστρία και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στις Νευροεπιστήμες στο Λονδίνο. Σήμερα κάνει το διδακτορικό της στη Λούβεν του Βελγίου πάνω στις νευρολογικές ασθένειες. Ασχολείται με την ποίηση από την εφηβεία. Το βιβλίο «Εκείνοι που τολμούν να ονειρεύονται» (εκδόσεις Ιωλκός) είναι η πρώτη ποιη­τική συλλογή της.

  • Πότε μπήκε η ποίηση στη ζωή σου σαν αναγνώστρια και πότε σαν ποιήτρια; 

Η ποίηση μπήκε στη ζωή μου γύρω στα δεκατρία μου χρόνια, όταν πέρα από μυθιστορήματα, βρέθηκε στα χέρια μου και κάποιο βιβλίο ποίησης. Έτσι, άρχισα να διαβάζω και ανακάλυψα έναν νέο και συναρπαστικό κόσμο. Νομίζω πως το πρώτο βιβλίο ήταν μία ανθολογία ελληνικής ερωτικής ποίησης, και μέσα από αυτήν βρήκα δείγματα του έργου πολλών μεγάλων ποιητών. Έτσι, άρχισε το ενδιαφέρον και ο θαυμασμός μου για εκείνους, και θέλησα να εμβαθύνω στην ποίησή τους, αγοράζοντας τα βιβλία τους και διαβάζοντας στον ελεύθερο χρόνο μου. Αργότερα, γύρω στα δεκαπέντε, άρχισα να γράφω τα δικά μου ποιήματα και έκτοτε δεν σταμάτησα ποτέ. Φυσικά, η συγγραφή δεν μπορεί να ευδοκιμίσει δίχως πνευματική άσκηση και πλούσια αναγνώσματα, οπότε ακόμη και σε μέρες που δεν είναι συγγραφικά παραγωγικές, ένα βιβλίο ποίησης με συντροφεύει συνεχώς.

  • Ποιούς ποιητές θαυμάζεις;

Είναι πολλοί οι ποιητές των οποίων το έργο θαυμάζω, όπως ο Ελύτης, ο Σεφέρης, ο Καζαντζάκης, ο Χικμέτ, ο Γκιμπράν και άλλοι. Παρόλα αυτά, ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου έχουν ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Γιάννης Ρίτσος και ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Πολλοί από τους μεγάλους αυτούς ποιητές, γράφουν και εξελίσσουν την ποίησή τους σε πείσμα των καιρών, και έχουν την ψυχική δύναμη να μετατρέπουν τα δεινά της ζωής σε μία συγκινησιακή και επαναστατική ποίηση. Για εμένα, η πίστη και η υπομονή τους αποτελούν αστείρευτη πηγή έμπνευσης και θέλησης για δημιουργία. 

  • Ποιά ήταν η πηγή της έμπνευσής σου για τη συλλογή;

Εφόσον η συλλογή καταπιάνεται με ποικίλα θέματα, δεν πρόκειται για μία συγκεκριμένη πηγή έμπνευσης, αλλά για πολλές μικρές και μεγάλες διαφορετικές στιγμές που σε οδηγούν να εκφράσεις αυτό που βιώνεις με λέξεις. Έμπνευση μπορεί να αποτελέσει μία εικόνα που θα αντικρίσεις, ο ήχος μιάς μουσικής, μια είδηση που θα ακούσεις – χαρούμενη ή θλιβερή, μια στιγμή στη ζωή σου ή στη ζωή κάποιου άλλου που σε έκανε να σκεφτείς ή να νιώσεις κάτι.   

Κάποιες φορές, βέβαια, η πηγή της έμπνευσης μπορεί να παραμείνει σχεδόν άγνωστη, και η «Μούσα» να μην αποκαλύψει την ταυτότητά της. Έτσι, καμιά φορά, παρότι δεν γνωρίζεις την ακριβή πηγή έμπνευσης, δέχεσαι αυτό το όμορφο δώρο με χαρά. Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε:

«Οι κακοί ποιητές τρέφονται από τα γεγονότα, οι μέτριοι από τα αισθήματα, και οι καλοί από τη μετατροπή του τίποτε σε κάτι.»

Πολλές φορές λοιπόν, επιδιώκω να μετατρέψω το τίποτα σε κάτι, το σκότος σε φως, και όταν το καταφέρω, είμαι πραγματικά χαρούμενη. Ακόμη κι αν αυτό το ποίημα δεν αγαπηθεί από άλλους, ξέρω πως για εμένα θα αποτελεί αγαπημένο σύμβολο έμπνευσης και υπενθύμιση της μεθόδου που θέλω να ακολουθώ.

Τέλος, ας μην ξεχνάμε πως η ποίηση είναι μία αναγκαιότητα της ψυχής μας να εξωτερικεύσει τα συναισθήματα και τις ερωτήσεις της, θέτοντάς τα στο πλαίσιο των λέξεων.

  • Η δημιουργία της ποιητικής συλλογής ήταν συνειδητή απόφαση ή προέκυψε; Ποιά ήταν η πρώτη σου σκέψη όταν έμαθες ότι θα εκδοθεί το έργο σου;

Εδώ και αρκετά χρόνια που γράφω, ποτέ δεν διάβασα τα ποιήματά μου σε κανέναν. Δεν είχα σκοπό να τα εκδόσω ποτέ. Πριν λίγους μήνες όμως, άρχισα να μοιράζομαι κάποια από αυτά με τη μητέρα μου. Ήταν εκείνη που με παρότρυνε να στείλω ποιήματά μου σε εκδοτικό οίκο, αφού μου είπε πως της άρεσαν πολύ. Έτσι, αποφάσισα να ακολουθήσω τη συμβουλή της και τα έστειλα στον εκδοτικό οίκο Ιωλκός. Λίγες μέρες μετά, καθώς βρισκόμουν στο εργαστήριο όπου κάνω το διδακτορικό μου, έλαβα ένα τηλεφώνημα και ενημερώθηκα πως κατόπιν αξιολόγησης των ποιημάτων μου θα ήθελαν να προχωρήσουν σε έκδοσή τους. Φυσικά, ένιωσα απίστευτη χαρά, συγκίνηση και ενθουσιασμό! Νομίζω πως δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι εκείνη τη στιγμή, μόνο τηλεφώνησα στην οικογένειά μου και μοιράστηκα τα νέα μαζί τους. Καθώς δεν είχα προηγούμενη εμπειρία στο συγκεκριμένο χώρο, η μετέπειτα σκέψη μου ήταν να προσέξω ώστε να γίνει η καλύτερη δυνατή δουλειά με το βιβλίο.

  • Τί χρονικό διάστημα χρειάστηκε για να ολοκληρώσεις τη συλλογή;

Τα περισσότερα ποιήματα που περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη συλλογή γράφτηκαν σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα, σε μια περίοδο τριών-τεσσάρων μηνών περίπου. Ήταν μία ποιητικά παραγωγική περίοδος. Φυσικά, η δακτυλογράφηση, αποστολή, αποδοχή και ολοκλήρωση του έργου προς έκδοση διήρκησε λίγο περισσότερο, γύρω στους έξι μήνες, οπότε και εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2021.

No description available.
  • Ποιό ποίημα σε αγγίζει περισσότερο;

Κάθε ένα από αυτά έχει ξεχωριστή και ιδιαίτερη σημασία για εμένα. Εάν έπρεπε να διαλέξω ένα ως προς το συναίσθημα που μου προκαλεί, ίσως επέλεγα το ποίημα «ΚΑΘΕ ΑΥΡΙΟ ΕΙΝΑΙ ΧΤΕΣ». Μου αρέσει πάντοτε να γράφω ποιήματα πλούσια σε εικόνες, και σε αυτό το ποίημα θέλησα να απεικονίσω την πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώσαμε όλοι μας λόγω του εγκλεισμού, κάτι που δεν έχουμε ξαναζήσει. Παρουσιάζοντας τις παράξενες και θλιβερές καθημερινές στιγμές, τελειώνει με μία νότα αισιοδοξίας για το αύριο.  

  • Όλα τα ποιήματα είναι σε ελεύθερο στίχο. Ήταν επιλογή σου να μη χρησιμοποιήσεις ομοιοκαταληξία ή δεν προέκυψε;

Πράγματι, μόνο λίγα από τα ποιήματα στα σημειωματάριά μου έχουν ομοιοκατάληκτους στίχους, καθώς νιώθω πως όταν γράφω με ομοιοκαταληξία, «περιορίζω» την ελεύθερη έκφραση και ροή του ποιήματος. Φυσικά, θαυμάζω την ποίηση με ομοιοκαταληξία, ως μία αριστοτεχνική μορφή ποίησης που έχει δημιουργήσει τεράστια αριστουργήματα, αλλά προσωπικά, προτιμώ να αφήνω τον λόγο να κυλάει στο χαρτί, επομένως πιστεύω πως ο ελεύθερος στίχος μου ταιριάζει καλύτερα.

  • Αφιερώνεις τη συλλογή σου σε κάποιον Μ.Κ. Θα ήθελες να μοιραστείς σε ποιόν αναφέρεσαι, ή τί αντίκτυπο είχε αυτό το άτομο σε σένα και στη δημιουργία σου;

Η συλλογή είναι αφιερωμένη στο σύντροφό μου, όχι μόνο γιατί υπήρξε έμπνευση για τη συγγραφή πολλών ποιημάτων μου, όπως το «ΕΚΚΛΗΣΗ ΕΙΣ ΑΝΩ» που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή, αλλά και ως ένα «ευχαριστώ» για τη στήριξη και την αγάπη που μου προσφέρει καθημερινά.

  • Σε δύο ποιήματά σου γράφεται σαν υποσημείωση “Ποιήματα στο Ματθαίο Λεννάρδη”. Είναι υπαρκτό πρόσωπο, κι αν ναι τον έχεις γνωρίσει προσωπικά;

Πρόκειται για υπαρκτό πρόσωπο που γνωρίζω προσωπικά, παρόλα αυτά το «Ματθαίος Λεννάρδης» είναι ψευδώνυμο.

  • Από τί είδους αναγνώστες θα’ θελες να αποτελείται το κοινό σου; Έλληνες της διασποράς, ή του ελλαδικού χώρου; Έφηβους, νέους ή όχι;

Πιστεύω πως η ποίηση είναι ένα μέσο για να καταλάβουμε καλύτερα τον κόσμο και, ακόμα περισσότερο, τον εαυτό μας. Ιδιαίτερα στη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή, υπάρχει έντονος συλλογισμός για τον σύγχρονο κόσμο και τον άνθρωπο μέσα σε αυτόν, με συνιστώσες τις αξίες και τα ιδανικά που τον διέπουν, την αγάπη και το σεβασμό, τα τρωτά και δυνατά σημεία του. Επομένως, θεωρώ πως η συλλογή απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο που αναζητεί απαντήσεις και νοήματα – και πιστεύω πως είναι στη φύση μας να το κάνουμε.

  • Τέλος, στείλε ένα μήνυμα σ’εκείνους που τολμούν να ονειρεύονται…

Πιστεύω πως τα όνειρα είναι η τροφή της ζωής. Δίχως αυτά, η ζωή μας ατροφεί, λιγοστεύει… Επίσης, το να ονειρεύεσαι είναι και ένα από τα δυσκολότερα πράγματα, καθώς απαιτεί επιμονή, υπομονή, καθημερινό κόπο και πίστη στις δυνάμεις σου. Το μήνυμά μου, λοιπόν, είναι αυτό που ψιθυρίζω καθημερινά και στον εαυτό μου: «Ονειρέψου! Μα μη μείνεις μόνο στο όνειρο. Κόπιασε να το κάνεις πράξη, κι ακόμα κι αν δεν τα καταφέρεις, θα ξέρεις πως το προσπάθησες, κι έτσι, θα σου έχει ήδη προσφέρει πολλά.»

Όπως γράφω στο ποίημα μου «Έκκληση εις άνω»:

«Ω Κύριε,

μας έδωσες τ’ αστέρια

για να καταλάβουμε πόσο αβάσταχτα μικροί είμαστε.

Μας έδωσες και τα όνειρα

για να καταλάβουμε πόσο μεγάλοι μπορούμε να γίνουμε.»

No description available.

Παρασκευή Τζιωρτζούδα, 2021

Απ’την Σοφία Λόρεν στον Παγκανίνι

«Δεν θα σηκωθείς από το τραπέζι αν δεν φας όλο σου το φαΐ». Δεν είμαστε λίγοι όσοι έχουμε ακούσει αυτή την φράση από το στόμα της μαμάς μας. Μόνο που εγώ την έχω ακούσει από πολλά στόματα. Του παππού, της γιαγιάς και πολλών άλλων.

Ίσως να έβλεπαν κάτι που εγώ δεν έβλεπα και το οποίο να ήθελε διόρθωση. Ήμουν άχαρη έφηβη. Δεν αντιλέγω…Αν ήμουν αρσενικό, δεν θα με είχα στην λίστα μου.  Αδύνατη, με πρόβλημα τριχοφυίας, άγριο βλέμμα, σπάνια χαρακτηριστικά και για παρηγοριά τα λόγια της Σοφία Λόρεν, όταν εξιστορούσε ότι σαν έφηβη την φώναζαν οδοντογλιφίδα αλλά μετά έγινε σύμβολο του σεξ. Έλεγα μέσα μου ¨Αιμιλιάννα υπομονή, θα έρθει η ώρα να αλλάξεις κι εσύ¨. Περίμενα μια αλλαγή ως δια μαγείας. Υπολόγιζα πως γύρω στα 18 θα ερχόταν. Οι περισσότεροι περιμένουν να γίνουν 18, να πάρουν αμάξι, να πάνε διακοπές. Εγώ περίμενα να δω στα βλέμματα των γύρω μου, έναν θαυμασμό και βασικά να με βλέπουν όπως εγώ φανταζόμουν τον εαυτό μου να είναι, κι όχι όπως όντως ήταν.

Τα άκρα των χεριών μου έφταναν πιο κάτω από την μέση των μηρών. Οι υπόλοιποι νόμιζαν ότι έγερνα λόγω της σχολικής τσάντας αλλά στην ουσία δεν ήταν αυτό. Και χωρίς τσάντα το ίδιο βηματισμό και στήσιμο είχα. Σαν να μου έχει πέσει κάτι στο πάτωμα κι εγώ καρφώνω το βλέμμα μου με κατεβασμένο κεφάλι για να το εντοπίσω. Τα βήματά μου ήταν βαριά. Σαν να πατάω σταφύλια για να βγάλω τον μούστο. Τα σχόλια των γύρω μου μ’ έκαναν να το προσέξω. Ίσως ο εγκέφαλος του ανθρώπου να  στέλνει σήματα για το πως να εκφράσει τον εσωτερικό του κόσμο μέσω του “body language”.  Ακόμα κι αν το ίδιο το άτομο συνειδητά δεν παραδέχεται κάτι, το υποσυνείδητο ξέρει τί κάνει. Μέσω των κινήσεών μου τα μαρτυρούσα όλα στους γύρω μου, αλλά όχι σε μένα.

Ο ορισμός της ομορφιάς είχε αποτυπωθεί στον εγκέφαλό μου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία θα αποκτούσα μόνο αν έτρωγα. Είναι, όμως, η ομορφιά τόσο τυποποιημένη; Θυμάμαι μια μέρα στο σχολείο, στο μάθημα των καλλιτεχνικών, η καθηγήτρια μάς είχε παρουσιάσει ένα μικρό αφιέρωμα για τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο. Γνωστό και ως Ελ Γκρέκο. Οι φιγούρες των πορτραίτων του είχαν μια δόση υπερβολής για τα εφηβικά μου μάτια. Ήταν όλοι οι απεικονιζόμενοι ψηλόλιγνοι με μακρυά δάκτυλα και μεγάλα μάτια. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι όλα τα πρόσωπα απέπνεαν μια ηρεμία, και ίσως μια ελαφριά κόπωση.

Τελειώνοντας το σχολείο, η εκπαίδευση συνέχιζε να με βασανίζει αλλά ακόμα περισσότερο με βασάνιζαν οι κρίσεις πανικού, που πάθαινα όταν έμπαινα στο αμφιθέατρο για μάθημα. Αν δεν έχω φάει αρκετά, και μου πέσει η πίεση και λιποθυμίσω; Τί ρεζιλίκι! Ποιός θα με σηκώσει; Πού θα με πάει; Από την ντροπή δεν θα ξαναμπώ για μάθημα! Όλες αυτές οι σκέψεις με βασάνιζαν για χρόνια.

Προς το τέλος της εκπαίδευσης, ανακάλυψα με έναν περίεργο τρόπο ότι έχω ένα γονίδιο που ανήκει στην οικογένεια Μάρφαν. Δεν είχα ιδέα περί τίνος πρόκειται και ξεκίνησα να το ανακαλύπτω. 

Στην αρχή δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, καθώς δεν ήθελα να θυσιάσω τον αθλητισμό και την έντονη ζωή. Μετά από κάποιες εξετάσεις ωστόσο κατέληξα να βγω κλαμμένη από το ιατρείο του καρδιολόγου, ο οποίος μου ανακοίνωσε με μεγάλη ευκρίνεια, ότι πρέπει να εγκαταλείψω το άθλημα, για το οποίο επρόκειτο να διαγωνιστώ σε εθνικό επίπεδο ένα μήνα μετά.

Μετά το πρώτο σοκ, άρχισα να το ξαναψάχνω. Τότε ξαναεμφανίστηκε ο Ελ Γρέκο στην ζωή μου. Ανακάλυψα ότι τα πορτραίτα του τα είχε εμπνευστεί από το δικό μου γονίδιο, το οποίο είχε κι εκείνος. Κι όχι μόνο! Ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Τουτανχαμόν, ο Παγκανίνι κι άλλοι.

Παρά την ήπια σχεδόν κατάθλιψη που υπέστη, ένα καλό ήταν ότι δεν χρειαζόταν πια να προσπαθώ να τρώω εξαιτίας της φοβίας που μου είχαν μεταδώσει, ότι εάν δεν φάω θα λιποθυμήσω. Παρόλο το ψυχολογικό καταράκωμα, ήρθε μια στιγμή που σκέφτηκα ότι ίσως αυτό που ήθελα να είμαι, όλα τα προηγούμενα χρόνια, εν τέλη η ίδια μου η φύση, μου το προσέφερε χωρίς να το ζητήσω. Το ότι εγώ δεν ήθελα να φάω παρόλο που οι γύρω μου έστω κι από αγάπη μου μετέδιδαν τύψεις και φοβίες, εάν δεν το έκανα, ίσως να ήταν αυτό που πραγματικά έπρεπε να κάνω. Τα ίδια μου τα γονίδια, η ίδια μου η κατασκευή πρόσταξε να μην με πιέζω να φάω, να μην αγχώνομαι για επουσιώδη θέματα, να μην φοβάμαι.

Ακόμα περισσότερο, σκέφτηκα ότι το πρότυπο ομορφιάς που μου είχαν μεταδώσει για να με πείσουν να τρώω, δεν είναι απαραίτητα αυτό που έπρεπε να υιοθετήσω. Ο ίδιος μου ο εαυτός μέσω των γονιδίων μου, μου εξήγησε τί πρέπει να είμαι και πώς. Ίσως η πραγματική ομορφιά που ψάχνουμε όλοι σαν έφηβοι, είναι στην ουσία η έλλειψη του φόβου στο να αποδεχτούμε τον εαυτό μας γι’αυτό που είμαστε κι όχι γι’αυτό που φοβόμαστε ότι ποτέ δεν θα γίνουμε.

Ανίκητος στην μάχη

Η Έρρικα κλείνει την πόρτα του δωματίου της απότομα κι ακουμπάει την πλάτη της απάνω, κοιτώντας το ταβάνι. Πετάει την σχολική της τσάντα θυμωμένη και ποτάμια δακρύων διασχίζουν το εφηβικό της πρόσωπο. Η Έλενα την ακολουθεί και προσπαθεί να ανοίξει την πόρτα ανήσυχη. Η Έρρικα της φωνάζει ότι δεν χρειάζεται και κλειδώνει την πόρτα του δωματίου, πριν πέσει στο κρεβάτι κλαίγοντας με αναφιλητά. Ο πατέρας της δεν έχει γυρίσει ακόμα από την δουλειά και η νέα σύντροφος του, η Έλενα, φροντίζει να είναι το τραπέζι έτοιμο μόλις επιστρέψει. Η Έλενα μένει μαζί με την Έρρικα και τον πατέρα της τον τελευταίο ενάμισι χρόνο. Μόλις μετακόμισε στο σπίτι τους, το συναισθηματικό μαρτύριο ξεκίνησε για την Έρικκα.

Ο πατέρας της γυρίζει στο σπίτι. «Τί κάνουν τα κορίτσια μου;» και αφήνει την τσάντα του στο γραφείο, πριν μπει στην κουζίνα. Η Έλενα ξανανεβαίνει να φωνάξει το κορίτσι που θεωρεί πλέον κόρη της, εφόσον η ίδια δεν μπορεί να αποκτήσει δικά της παιδιά. «Έλα καρδιά μου! Τρώμε!». Η Έρρικα λύγιζε κάθε φορά που άκουγε την φωνή της, έτσι και τώρα. Ένιωθε πως δεν μπορούσε να της κρυφτεί, πως κάτι θα γινόταν και ένα αόρατο χέρι θα ξεσκέπαζε το πέπλο που είχε η ίδια φορέσει στον εαυτό της.

Η Έρικκα κατεβαίνει και κάθεται στο τραπέζι. Οι τρεις τους ξεκινάνε να τρώνε ενώ το κινητό της δέχεται ένα μήνυμα. Το κοιτάζει και ο πατέρας της την ταρακουνάει μόλις βλέπει ότι η κόρη του έχει χλωμιάσει διαβάζοντας το μήνυμα που έλαβε. «Τί συμβαίνει;» και κατεβάζουν και οι δύο γονείς τα μαχαιροπίρουνα από τα χέρια τους. «Τίποτα… Με συγχωρείτε» και πηγαίνει στο δωμάτιό της. Η Έλενα τον κοιτάζει αλλά προτιμά να μην του πει ότι η Έρρικα γύρισε κλαμμένη απ’το σχολείο. Σκέφτεται ότι καλύτερα να μιλήσει πρώτα στην ίδια. Αφού τον καθυσηχάζει, συνεχίζουν το γεύμα τους και όταν εκείνος ξαναφεύγει για το γραφείο, η Έλενα ανεβαίνει στο δωμάτιο της Έρικκας.

Την βρίσκει καθισμένη με διπλωμένα πόδια στο κρεβάτι να κοιτάζει με απλανές βλέμμα το κενό. Η Έλενα κάθεται δίπλα της και αγγίζει τα διπλωμένα χέρια της Έρικκας. Τότε το βλέμμα της στρέφεται και καρφώνεται στο βαθιά μελαγχολικό βλέμμα της Έλενας.

«Δεν θα μου πεις γιατί γύρισες κλαμμένη και ποιός σε τάραξε στο μήνυμα;». Στα αυτιά της Έρικκας η φωνή της Έλενας αποπνέει μια γαλήνη που προς στιγμήν νομίζει πως χέρια αγγέλων χαιδεύουν τ’αυτιά της, τα μαλλιά της και την αγκαλιάζουν έτσι ώστε εκείνη να γύρει προς το μέρος της Έλενας, η οποία συνεχίζει να την κοιτά με  ύφος γεμάτο αγωνία και συμπόνια. Χωρίς να το καταλάβει, έρχεται, τόσο κοντά στο πρόσωπό της και τα χείλια τους ενώνονται.  «Έρικκα, τί κάνεις;» το τρέμουλο στην φωνή της μητριάς της, την αναγκάζει να επανέρθει στην πραγματικότητα. Προσπαθεί να βρει μια δικαιολογία για το φιλί που μόλις της έδωσε.

«Είμαι ερωτευμένη μαζί σου. Νιώθω τυχερή που αναπνέω τον ίδιο αέρα με σένα. Μου φτάνει να σε βλέπω. Να κινείσαι. Να υπάρχεις.» Τώρα ήταν της Έλενας το βλέμμα παγωμένο. «Στο σχολείο κάποιοι διάβασαν το ημερολόγιό μου που καταλαβαίνεις τί γραφω μέσα. Αλλά δεν με πειράζει. Τίποτα δεν με πειράζει. Για σένα τα αντέχω όλα.» και την φίλησε.

“Παντοτινά δική σου”, Άντζελα Πίτλιγγερ

Το ρομαντικό μυθιστόρημα “Παντοτινά δική σου” της κυρίας Αντζελας Πιτλιγγερ μου κράτησε ευχάριστη συντροφιά την περίοδο της καραντίνας. Αξίζει να το διαβάσουν όσοι είναι λάτρεις του ρομαντικού, αλλά ακόμη κι όσοι δεν είναι, καθώς αποτελεί κλασικό παράδειγμα του είδους. Η συγγραφέας έχει διαλέξει
τον παρελθοντικό χρόνο για την αφήγησή της, χωρίς να χάνεται η ένταση στις σκηνές που χρειάζεται. Τα κεφάλαια έχουν χωριστεί με τρόπο που δεν κουράζει την ανάγνωση.

Σημαντικό κριτήριο για την πλειοψηφία των αναγνωστών• ο αναγνώστης στο τέλος δικαιώνεται, ειδικά μετά από μία σκηνή έντονης δράσης στα τελευταία κεφάλαια.

Οι τελευταίες σελίδες φέρνουν δάκρυα συγκίνησης και αξίζει το λογοτεχνικό ταξίδι μόνο γι’αυτές.

Βλέπουμε τον Τζουλιάνο να εξελίσσεται σαν χαραντήρας. Τον εξελίσσει η Ηλιάνα ίσως και άθελά της. Απ’την άλλη, βλέπουμε μία γυναίκα, η οποία κυριεύεται από τον έρωτα έχοντας ένα παρελθόν με άσχημες εμπειρίες. Δεν θα πω περισσότερα για το βιβλίο, γιατί θέλω να αφήσω τους μέλλοντες αναγνώστες να ταξιδέψουν όπως ταξίδεψα κι εγώ μέσα από τον λόγο, που ζωντανεύει τις εικόνες και απελευθερώνει τα συναισθήματα.

Ενα ερώτημα, όμως, που γεννιέται είναι το εξής: Οι γυναίκες είναι οπτικές ή εγκεφαλικές; Μπορεί μια γυναίκα να ερωτευτεί σε σημείο να γίνει έρμαιο και συναισθηματικά εξαρτημένη, βασιζόμενη μόνο σ’αυτό που βλέπει, χωρίς να υπάρχει καμία εγκεφαλική επικοινωνία με το άλλο άτομο; Λένε πώς οι άντρες βλέπουν, αλλά οι γυναίκες ακούνε. Ποιός συμφωνεί;

Παιχνίδι ή μελέτη: Τί έχουν τελικά μεγαλύτερη ανάγκη τα παιδιά;

Σχετικά με την φράση για το τί έχουν περισσότερη ανάγκη τα παιδιά, παιχνίδι ή μελέτη, θα πρέπει πρώτα να αναλύσουμε την λέξη “ανάγκη”. Υπάρχουν βιολογικές, κοινωνικές, συναισθηματικές, ψυχικές και άλλες ανάγκες που έχει ένας άνθρωπος από την παιδική του ηλικία, οι οποίες συνδέονται είτε με το παιχνίδι είτε με την μελέτη.

Το να ορίσει ένας ενήλικας, δηλαδή ο γονιός, ο δάσκαλος, ή ο νομοθέτης που θα θέσει εκπαιδευτικούς νόμους, εάν το παιχνίδι ή η μελέτη είναι πιο σημαντική για το παιδί, είναι κάτι που θα κάνει με γνώμονα το ερώτημα ποιά θα ήθελε να είναι η μελλοντική κατάληξη του παιδιού όταν θα γίνει ενήλικας. Από την μεριά του γονιού, το να φέρει ένας άνθρωπος έναν άλλον άνθρωπο στον κόσμο, είναι το μεγαλύτερο ρίσκο που ενδεχομένως πάρει στην ζωή του. Πρόκειται να μεγαλώσει και να αναθρέψει έναν άλλον άνθρωπο, που δεν γνωρίζει και πρόκειται να γνωρίσει την πορεία, διότι παίζει ρόλο και ο γενετικός κώδικας, και ο γονιός αυτός πρέπει να μάθει αυτόν τον άνθρωπο να επιβιώνει σε μία μελλοντική κοινωνία, την οποία δεν μπορεί να φανταστεί πώς θα έχει διαμορφωθεί. Από την μεριά του εκπαιδευτικού, το σχολείο θα πρέπει να λειτουργεί σαν φίλτρο, το οποίο θα διδάσκει τις αξίες που θα πρέπει να έχουν οι μελλοντικοί πολίτες ώστε να είναι ώφελος για την κοινωνία. Αυτό, το σχολείο μπορεί να το κάνει, εν μέρη, μέσω κοινωνικών δραστηριοτήτων, όπως το παιχνίδι, γιατί εκεί το παιδί συναναστρέφεται και με άλλα άτομα της ηλικίας του και μαθαίνει να συμπεριφέρεται, να μοιράζεται και να αλληλεπιδρά. Αυτή την αλληλεπίδραση, η μελέτη δεν την προσφέρει.

Για την κοινωνία σαν σύνολο, θα πρέπει να είναι σημαντική η ικανότητα των πολιτών να ανταλλάσσουν ιδέες, απόψεις και να επικοινωνούν μεταξύ τους, σεβόμενοι την διαφορετικότητα. Ειδικά οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες που τίνουν ολοένα και περισσότερο να γίνονται πολυπολιτισμικές, ο σεβασμός στην διαφορετικότητα είναι αναγκαίος και κάτι που μπορεί να διδαχτεί μέσω του παιχνιδιού και όχι της θεωρείας που προσφέρει η μελέτη. Επίσης, ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον, γεγονός που σημαίνει ότι έχει ανάγκη την αλληλεπίδραση για να καλύψει τις κοινωνικές και συναισθηματικές του ανάγκες, να ανακαλύψει τον χαρακτήρα του, να δεθεί συναισθηματικά και να εκτιμήσει αξίες όπως η φιλία και η οικογένεια. Ωστόσο, αυτές οι αξίες μπορούν να διδαχτούν μόνο με παιχνίδια τα οποία είναι ομαδικά. Έτσι, το παιδί μαθαίνει να συνεργάζεται, να σέβεται κανόνες, να μην αδικεί, να είναι μέλος μιας ομάδας. Υπάρχουν και άλλου είδους παιχνίδια τα οποία είναι ατομικά και είναι κυρίως ηλεκτρονικά.

Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια ή τα παιχνίδια οθόνης, πέρα από τις βλάβες στην υγεία των παιδιών, ειδικά σε μάτια και εγκέφαλο, μεταδίδουν κατά κύριο λόγο λάθος πρότυπα. Χρησιμοποιούνται όπλα και βίαια αντικείμενα, τα οποία διδάσκουν την βία, τον πόλεμο και την επίθεση. Τα παιδιά εξοικειώνονται με το να βλέπουν έναν νεκρό άνθρωπο, με το να κυνηγάνε αντιπάλους και με το να γίνονται επιθετικοί για να επιβιώσουν. Εν ολίγοις, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, κάνουν το παιδί παθητικό δέκτη σε μία εικόνα και όχι ενεργητικό σκεπτόμενο άτομο σε μία ιδέα. Προβάλλουν το ζωώδες ένστικτο της επιβίωσης, της νίκης και του σκεπτικού ότι η ζωή μου είναι ο θάνατος του άλλου. Όχι μόνο ειναι ατομικά και δεν διδάσκεται η συνεργασία αλλά αντίθετα τα πρότυπα που μεταδίδονται είναι επικίνδυνα για την κοινωνία. Εν αντιθέσι με την μελέτη, το παιδί μαθαίνει να σκέφτεται, διευρύνει τους γνωστικούς του ορίζοντες, κι επίσης, μαθαίνει να πειθαρχεί.

Η μελλοντική κοινωνία θα πρέπει να στοχεύει σε μορφωμένους πολίτες, οι οποίοι θα έχουν ευρεία γνώση πάνω σε πολλούς διαφορετικούς κλάδους και με διευρυμένους ορίζοντες.  Η κοινωνία μπορεί να το πετύχει αυτό προσφέροντας μια παιδεία, που θα προὓποθέτει κάποιες ώρες μελέτης και έρευνας για τους μαθητές. Επίσης, η μελέτη προσφέρει πολλές δεξιότητες τις οποίες θα χρειαστούν τα παιδιά σαν μελλοντικοί εργαζόμενοι. Το να είναι πειθαρχημένοι και υπεύθυνοι με τις υποχρεώσεις τους. Το να μην μεταδίδουν ευθύνες σε άλλους, αλλά να φέρουν εις πέρας μόνα τους την δική τους δουλειά. Το να αγαπάνε την γνώση και την μάθηση… Με το διάβασμα, το παιδί μαθαίνει να γίνεται μέτοχος σε μια ενεργητική σκέψη και όχι παθητικός ακροατής εικόνων και προτύπων, χωρίς να τα έχει εξετάσει κάποιος με κρίση. Καταλήγουμε, λοιπόν, ότι από την κοινωνική και την πνευματική πλευρά, η μελέτη είναι απαραίτητη για ένα παιδί και η καθημερινότητα ενός μαθητή μπορεί να συνδυαστεί με τα ομαδικά παιχνίδια τα οποία έχουν την ικανότητα να διδάσκουν κάποιες αρχές συνεργασίας στα παιδιά, κάτι που τα ηλεκτρονικά παιχνίδια δεν μπορούν να προσφέρουν.

Από την πλευρά τους πολλά παιδιά ,ωστόσο, διαμαρτύρωνται για τις πολλές ώρες μελέτης και για την έλλειψη χρόνου στην καθημερινότητά τους. Με την είσοδο της τεχνολογίας στην σύγχρονη ζωή, είναι ελάχιστα τα παιδιά τα οποία θα αφιέρωναν χρόνο για να παίξουν ένα ομαδικό παιχνίδι. Η συντριπτική πλειοψηφία επιλέγει τον ηλεκτρονικό τρόπο χαλάρωσης, ακριβώς επειδή είναι πιο παθητικός και δεν προὓποθέτει κατανάλωση ενέργειας, σκέψης και προβληματισμού. Δεδομένου ότι το παιχνίδι για ένα σημερινό παίδι είναι συνυφασμένο με την οθόνη, καλό θα ήταν η εκπαίδευση και οι γονείς να θέλουν την προώθηση της πολύωρης μελέτης για το παιδί και μελλοντικό πολίτη αντί της σπατάλης χρόνου για την δημιουργία αρνητικών προτύπων. Ενδεχομένως, η πίεση της μαθητικής ζωής να κάνει τα παιδιά να έχουν μεγαλύτερη ψυχική ανάγκη για χαλάρωση αλλά αυτή η ανάγκη είναι στιγμιαία και ίσως να σχετίζεται με την αντιδραστική φύση που παρουσιάζουν μερικές ηλικίες. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, τα πρότυπα που θα έχει δημιουργήσει η οθόνη θα έχουν βλαβερή επίδραση στον χαρακτήρα του ατόμου, ενώ η μελέτη έχει την ικανότητα να καλλιεργεί δεξιότητες που θα είναι ώφελος για το άτομο και την κοινωνία.

Θέλω να σταματήσει να χρησιμοποιείται η επιθετικότητα σαν τρόπος άμυνας.

Θέλω να σταματήσει να χρησιμοποιείται η επιθετικότητα σαν τρόπος άμυνας.
Η ψυχική υγεία της κοινωνίας, ξεκινάει απ’την ψυχική υγεία του ατόμου. Αν
το άτομο δεν είναι γνώστης του εαυτού του, δεν θα μπορέσει να είναι διορθωτής των
ελαττωμάτων του. Γιατί δεν θα είναι διατεθειμένος να βάλει το άτομό του στην διαδικασία
της αυτοκριτικής. Με την αυτοκριτική στην ουσία ο άνθρωπος μπαίνει στην διαδικασία σταδιακά να γνωρίσει τον εαυτό του και να μάθει ο ίδιος να τον συμπληρώνει, δηλαδή να τον ελέγχει.
Έτσι γίνεται ολοκληρωμένος. Το “self-partnering” δεν είναι εγωισμός. Είναι αναγκαία
προϋπόθεση για οποιαδήποτε υγιή σχέση του ατόμου με έναν συνάδελφο, ένα φίλο, ένα σύντροφο,  με το περιβάλλον, με τα ζώα, με την κοινωνία. Εάν ένα άτομο δεν έχει ολοκληρώσει αυτή  την ατομική έρευνα του εαυτού του, τότε νιώθει εσωτερικά ελλειπής και αβέβαιος για το πώς θα πρέπει να αντιδράσει σε δυσκολίες είτε κοινωνικές είτε ατομικές, οι οποίες είναι  αναπόσπαστο κομμάτι της ατελούς φύσης της δεδομένης πραγματικότητας που βιώνει η ανθρωπότητα την εκάστοτε εποχή. Αυτή η έλλειψη γνώσης του εαυτού μας οδηγεί εν τέλη σε επιθετικότητα απέναντι στον συνάνθρωπο. Η επιτυχία του άλλου είναι αντικείμενο ζήλιας και επίθεσης για ένα ατελές σαν προσωπικότητα άτομο γιατί δεν έχει πει στον εαυτό του τί θα θελε να πετύχει στην ζωή του. Κι επειδή δεν το έχει εξομολογήσει στον εαυτό του, δεν έχει ανακαλύψει τον δρόμο που πρέπει  να περπατήσει. Προτιμά τον δρόμο της επίθεσης προς αυτούς που τα κατάφεραν, κι όχι τον δρόμο της ανακάλυψης του εαυτού του και την γνωριμίας με αυτόν.

¨Δίχως πέπλο¨

Ο μοντερνισμός σχετικά με θέματα της σύγχρονης κοινωνίας είναι ένα πέπλο που καλύπτει τον συντηρητισμό ενός αρκετά μεγάλου αριθμού ατόμων. Η σοβαροφάνεια αποτελεί εργαλείο που χτίζει μία ψευδή εικόνα μερικών ανθρώπων, των οποίων οι πράξεις, κι αυτό σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις, αποκαλύπτει την έλλειψη ουσιαστικής σοβαρότητας. Πολλοί αποκαλούν τον εαυτό τους οπαδό του αντιφασισμού, της ανεξιθρησκείας και της τοποθέτησης των βάσεων για την ανάπτυξη μιας πολυπολιτισμικής και ώριμης κοινωνίας, η οποία θα βασίζεται στους θεσμούς της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Ωστόσο, σε καταστάσεις, κατά τις οποίες η κοινωνία δοκιμάζεται, η αντίδρασή τους και η αντιμετώπισή τους, προδίδει άλλες πεποιθήσεις.
Πέρα από το κοινωνικό επίπεδο, ο κάθε άνθρωπος σε κάποια δεδομένη στιγμή της ζωής του θέλησε να προβάλει μια εικόνα του εαυτού του, η οποία δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα, όμως για κάποιο λόγο, ευνοούσε την συγκεκριμένη στιγμή. Ένας δειλός, θέλει να φανεί ως θαρραλέος την στιγμή που πρόκειται να διεκδικήσει αυτό που επιθυμεί. Ο κοινωνικός περίγυρος εξαπατάται από την ήπια καθημερινότητα μιας δυναμικής προσωπικότητας, μέχρις ότου το άτομο που έχει τις ανάλογες δεξιότητες αποδείξει το αντίθετο. Εάν δεν καταφέρει να το κάνει, ή ίσως δεν ενδιαφερθεί, την θέση του θα καταλάβει ένα άλλο άτομο μετριότερων ικανοτήτων επειδή μπόρεσε, κατά κανόνα, να προβάλει κάποιες δεξιότητες σαν δικιές του. Η ανασφαλής προσωπικότητα ενός ατόμου καλύπτεται με το προσωπείο του δυναμισμού, με τέτοιο επιβλητικό τρόπο ώστε κανείς να μην τολμήσει να το αμφισβητίσει. Ούτε καν το ίδιο το άτομο. Σε αποκλειστικά διαπροσωπικό επίπεδο, πολλοί άνθρωποι δηλώνουν ικανοί να υποστηρίξουν δύσκολες καταστάσεις πχ. υπέρ του οικογενειακού θεσμού, όμως η πραγματικότητα, όταν προκύψουν ανάλογες συνθήκες, τους προδίδει.
Είναι πολλών ειδών τα προσωπεία που μπορεί κάποιος να δανειστεί ανάλογα με την προσωπικότητα που θέλει να υιοθετήσει. Αποτελούν βοηθητικές μάσκες, οι οποίες μας προσθέτουν χαρακτηριστηκά που θεωρούμε ότι μας λείπουν και ότι αν δεν δείξουμε ότι έχουμε, δεν θα επιβιώσουμε. Ο άνθρωπος μέσα από το πέρασμα των αιώνων δεν κατάφερε να απαλλαγεί από τα βιολογικά του ένστικτα. Η κτητικότητα, ακόμα και στις σχέσεις, η αίσθηση της αναγνώρισης από τον κοινωνικό περίγυρο, η επιβράβευση και η ανάγκη για άνοδο σε πολλαπλούς τομείς, είναι ένστικτα τα οποία κληροδοτήθηκαν στον άνθρωπο από την βιολογική του υπόσταση. Και πολλές φορές αυτά είναι και η αιτία, για την οποία υιοθετούμε έναν ψεύτικο εαυτό. Γιατί πιστεύουμε ότι έτσι θα γίνουμε περισσότερο αποδεκτοί ή ότι θα επιβάλλουμε την άποψή μας πιο αποτελεσματικά. Βέβαια, η υιοθέτηση ενός άλλου «εγώ» υποδηλώνει έλλειψη αυτοπεποίθησης, δυσπιστία για το ότι ο εαυτός μας μας αρκεί για να προχωρήσουμε ή να πετύχουμε τους στόχους μας. Ακόμα περισσότερο υποδηλώνει ότι δεν μας αγαπάμε γι’αυτό που είμαστε, κι ότι ίσως να ήταν προτιμότερο να είμασταν κάτι άλλο.
Πώς θα μεταλλασσόταν όμως η κοινωνία, εάν κάποιο αόρατο χέρι αφαιρούσε από τον άνθρωπο την δυνατότητα που έχει, σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, να προβάλλει ένα άλλο πρόσωπο απ’αυτό που είναι; Εάν αυτό που είμασταν απροκάλυπτα και χωρίς εκπτώσεις παρουσιαζόταν στον περίγυρο, στην οικογένεια, στους φιλικό περιβάλλον, σε εμάς τους ίδιους; Θα αντέχαμε να δούμε ποιοί πραγματικά είμαστε, ειδικά σε σύγκριση με το ποιοί είναι οι άλλοι; Ίσως οι κοινωνικές δομές να άλλαζαν και οι διαπροσωπικές σχέσεις να δοκιμάζονταν επικίνδυνα.
Θα ξεγυμνωνόταν όλη μας η οντότητα στο ύψηστο μεγαλείο της. Θα ανακαλύπταμε ο καθένας για τον εαυτό του πώς σκέφτεται, ποιά είναι η λογική του, πόσο αισθάνεται και με πόση ένταση. Θα συνειδητοποιούσαμε το κατά πόσο υπερισχύει το συναίσθημα και πόσο η λογική σε κάθε στιγμιότυπο της καθημερινότητάς μας. Δεν θα μπορούσαμε να μας κρύψουμε τίποτα. Εάν είμασταν αγχωμένοι, δεν θα βρίσκαμε κάποια άλλη πρόφαση να πείσουμε τον εαυτό μας για τις κινήσεις μας. Οι αδυναμίες μας θα γινόντουσαν φανερές πρώτα στον εαυτό μας.
Κατά τον Πλάτωνα ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον. Η κοινωνία είναι κάτι το παλώμενο που συνεχώς μεταβάλλεται από τα άτομα που την αποτελούν, τα οποία κι εκείνα με την σειρά τους μεταβάλλονται χάρη σ’αυτήν. Εάν το αόρατο πέπλο, χάρη στο οποίο προσωρινά και ψεύτικα παρουσιάζουμε κάποιο άλλο άτομο από αυτό που είμαστε, χανόταν, τότε θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τον υπόλοιπο περίγυρο, γι’αυτό που πραγματικά ο καθένας είναι. Οι πράξεις του καθενός θα μαρτυρούσαν τις δεξιότητες και τις αδυναμίες του. Και φυσικά θα γινόταν απροκάλυπτη σύγκριση μεταξύ των μελών την κοινωνίας. Σε όλους τους τομείς, ο καθένας θα έβλεπε τον εαυτό του σε σύγκριση μ’αυτό που πραγματικά είναι οι γύρω του. Απροκάλυπτα και ίσως προκλητικά. Οι διαπροσωπικές σχέσεις θα ήταν υπό συνεχή δοκιμασία.
Σ’έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι δεν μπορούν να κρυφτούν, ο καθένας θα αντιδρούσε στην πραγματική δράση που δεχόταν. Το φοβισμένο παιδί που υποφέρει από εκφοβισμό και φαίνεται απομακρυσμένο από τον σχολικό περίγυρο, στην ουσία δεν έχει υπεροψία αλλά δεν θέλει να διακινδυνεύσει την σωματική του ακεραιότητα. Η γυναίκα που φωνάζει στην κόρη της, δεν έχει κακία, αλλά έχει ανασφάλεια για το πώς θα μεγαλώσει ένα παιδί μόνη της. Ο άντρας που τρέμει μήπως δεν πάρει την δουλειά, δεν είναι αγχώδης υπό άλλες συνθήκες, αλλά βρίσκεται σε δυσμενή οικονομική κατάσταση. Σ’ένα κόσμο χωρίς προσωπεία θα φαινόταν ξεκάθαρα ο φόβος κι όχι η επίθεση, η αίσθηση της ευθύνης κι όχι η κακία ή η αδυναμία.
Όταν, λοιπόν, είναι φανερό το πώς σκέφτεται ένα άτομο και το τί προθέσεις έχει, τότε η συνύπαρξη γίνεται πιο ξεκάθαρη. Ο άνθρωπος δεν είναι στάσιμος. Μεταβάλλεται ανάλογα με τις εμπειρίες και τα βιώματά του. Είναι ένα συνεχώς εξελισσόμενο ον. Μέσα από εμπειρίες χτίζεται, μέσα από δυσκολίες δυναμώνει, μέσα από διλήμματα δοκιμάζεται. Κι ο κόσμος είναι γεμάτος από διλήμματα γιατί είναι γεμάτος από αντιφάσεις. Η χαρά έχει νόημα, μόνο αν υπάρχει η λύπη, η ευτυχία μόνο αν υπάρχει η δυστυχία, ο πλούτος μόνο αν υπάρχει η φτώχεια. Σε ένα κόσμο που αποτελείται από άτομα με παντελώς διάφανο χαρακτήρα, θα ήταν πολύ εύκολο να διαλέξει κάποιος τον συνάδελφο με το οποίο θα ήθελε να συνεργαστεί, τον φίλο και τον σύντροφο που θα ήθελε να έχει. Τα συναισθήματα, οι προθέσεις και οι σκέψεις θα ήταν τόσο ξεκάθαρες που με το που ανακάλυπτε κάποιος το ταίρι του, αμέσως θα άφηνε το συναίσθημα να απελευθερωθεί με τον τρόπο που θέλει και να ξεχειλίσει τυλίγοντας την σχέση του με ξεκάθαρα συναισθήματα αγάπης και αμοιβαιότητας.
Ωστόσο, οι άνθρωποι θα διάλεγαν τους συνοδηπόρους τους με τις ειλικρινείς προθέσεις που ο καθένας θα διέθεται την δεδομένη στιγμή. Επειδή όμως η φύση του ανθρώπου είναι συνεχώς μεταλλασσόμενη, εφόσον το κάθε άτομο βρίσκεται σε αλληλεπίδραση με μία συνεχώς εξελισσόμενη κοινωνία, τα συναισθήματα και τα κίνητρα αλλάζουν. Εάν δύο άνθρωποι αποφασίσουν να συνυπάρξουν από αμοιβαία συναισθήματα, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το πόσο αυτά θα αλλάξουν με το πέρασμα του χρόνου. Μια αλλαγή τους θα μπορούσε να φέρει επικίνδυνες εξελίξεις στις δομές των σχέσεων. Σε ένα υποθετικό σενάριο, όπου ο ένας από τους δύο συντρόφους δένεται συναισθηματικά, ενώ ο άλλος ερωτεύεται ένα τρίτο πρόσωπο και δεν μπορεί να το κρύψει, η σύγκρουσή τους θα ήταν αναπόφευκτη και ενδεχομένως να ακολουθούσε ρήξη. Αντίθετα, εάν σε ένα άλλο υποθετικό σενάριο, η μάσκα της αδιαφορίας έπεφτε, τότε το άτομο που φαίνεται απρόσητο και συγκρατημένο, να απελευθέρωνε τεράστια αποθέματα συναισθήματος.
Η αποκάλυψη του πραγματικού «είναι» της προσωπικότητας κάποιου μπορεί να φέρει είτε θετικά είτε αρνητικά αποτελέσματα. Τις περισσότερες φορές σίγουρα θα είναι ακραία, διότι η συμπεριφορά, τα συναισθήματα και το ίδιο το άτομο αλλάζουν συνεχώς. Οι άγραφοι νόμοι που υπάρχουν στις εκάστοτε κοινωνίες όλων των εποχών στην ουσία προσπαθούν να ορίσουν το πώς ένας ευυπόληπτος άνθρωπος, ¨οφείλει¨ να φέρεται, ώστε να είναι σωστός προς το σύνολο. Όμως, κάποιες φορές αυτά τα «πρέπει» φυλακίζουν την προσωπικότητα, τις προθέσεις και τα πραγματικά συναισθήματα των ανθρώπων. Πετυχημένη κοινωνία είναι αυτή στην οποία τα μέλη της τοποθετούνται στον ρόλο, είτε προσωπικό είτε κοινωνικό, τον οποίο είναι ικανοί να υποστηρίξουν. Αποτυχημένη είναι αυτή που έχει από όλους τους πολίτες τις ίδιες προσδοκίες. Ανάλογο μορφωτικό επίπεδο, παρόμοιες απόψεις για τον θεσμό της οικογένειας, ίδιες αντιλήψεις για την φιλία, για τις συνήθειες, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις.
Ενας γνωστός μύθος αποτελεί αυτόν του Κύκλωπα Πολύφημου και του Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας παρόλο που ήταν βασιλιάς έκρυψε τον τίτλο του, γνωρίζοντας ότι ο Πολύφημος σαν γιος του Ποσειδώνα, που άγεται από το συναίσθημα κι όχι από την λογική, θα εντυπωσιαζόταν μόνο από τον τίτλο του βασιλιά χωρίς να εξετάσει τον ποιόν πραγματικά είχε μπροστά του. Ετσι και στην κοινωνία μας, υπάρχουν άτομα που επηρρεάζονται από την εικόνα και από τους τίτλους και όχι από το πραγματικό ποιόν της προσωπικότητας. Σε μια ουτοπική κοινωνία όπου δεν θα υπήρχαν μάσκες, θα ήταν όλα ξεκάθαρα, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει και χώρος για την διαφορετικότητα του καθενός. Επίσης, για την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας θα έπρεπε οι έννοιες να μην παραφράζονται. Δηλαδή, η ευγένεια να μην είναι αδυναμία και η καλοσύνη να μην είναι αφέλεια. Γιατί έτσι κάποιοι χαρακτήρες θα ήταν πιο εκτεθειμένοι στην πολυποίκιλη πιθανή επιθετικότητα κάποιων άλλων.
Είναι μέγιστο προτέρημα να είναι αναγνωρίσημος ο πραγματικός χαρακτήρας του κάθε ατόμου. Αλλά σ’αυτή την περίπτωση, θα πρέπει η κοινωνία αλλά και τα άτομα που την απαρτίζουν να είναι έτοιμοι για αλλαγή στους ηθικούς κώδικες που θα επικρατήσουν, δεδομένου ότι όλα θα είναι πιο εύκολα αναστρέψιμα ακριβώς επειδή θα είναι πια ορατά και μη αμφισβητίσημα.

Blog at WordPress.com.

Up ↑